- εὐαγορία
- εὐᾱγορία1 praise
ὁ δὲ καλὸν τι πονήσαις εὐαγορίαισι φλέγει Pae. 2.67
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
ὁ δὲ καλὸν τι πονήσαις εὐαγορίαισι φλέγει Pae. 2.67
Lexicon to Pindar. William J.. 2010.
εὐαγορίᾳ — εὐαγορίαι , εὐαγορία fem nom/voc pl εὐαγορίᾱͅ , εὐαγορία fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εὐαγορίαισι — εὐαγορία fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)